Γράφει η Σοφία Ζαράρη (Jewelry Artist).
Συνδεθείτε μαζί της στο Instagram και στο sofiazarari.com.
Οι άνθρωποι και οι τόποι είναι αυτοί που μας καθορίζουν
Ταξιδεύω από τότε που ήμουν στην κοιλιά της μητέρας μου.
Θυμάμαι ακόμα καθαρά σε κάποιο από τα ταξίδια μας στην Αίγυπτο να της κρατώ το χέρι για να διασχίσουμε οι δυο μας το μεγάλο παζάρι στην Αλεξάνδρεια. Στέκουν ακόμα ολοζώντανες μέσα μου οι μνήμες από τα γυαλιστερά πολύχρωμα τόπια και τις χρυσοκλωστές που στόλιζαν τα κεντημένα υφάσματα. Τις πολύτιμες πέτρες που με θάμπωναν με την λάμψη τους μπροστά στις βιτρίνες των μικρών καλοφτιαγμένων κοσμηματοπωλείων που κερνούσαν τσάι όποιον περνούσε την πόρτα τους. Το πρώτο μου κόσμημα εκεί το απέκτησα, στην Αίγυπτο. Δώρο αγάπης πατρικής. Μα πως θα μπορούσα να ξεχάσω το αρχοντικό ζαχαροπλαστείο Petit Trianon με τις καρέκλες κάτω απ’ τους φοίνικες, τον Ναυτικό Όμιλο των Ελλήνων όπου περνούσαμε ξέγνοιαστα τα μεσημέρια μας απολαμβάνοντας άλλης εποχής μεγαλεία; Την έντονη γεύση των ζαχαρένιων χουρμάδων που είχα στην τσέπη για να γλυκαίνουν την παιδική μου όρεξη σε αυτόν τον παράξενο πολυσυλλεκτικό τόπο όπου γεννήθηκε και έζησε η αγαπημένη μου γιαγιά. Έτσι μεγάλωσα κι εγώ, με τις δικές της γλαφυρές ιστορίες με τους γονείς και τα αδέλφια της από τα ένδοξα χρόνια της Διώρυγας του Suez, πριν επιστρέψουν μόνιμα πια στην Ελλάδα.
Ένα ατέλειωτο ταξίδι πάντοτε η ζωή μου. Να συλλέγω εικόνες, γλώσσες παράξενες, γεύσεις, συνήθειες και τρόπους που έχουν οι άνθρωποι σε μέρη μακρινά. Έμαθα λοιπόν από νωρίς πως οι άνθρωποι και οι τόποι είναι αυτοί που μας καθορίζουν.
Τα χρόνια περνούσαν και μέσα μου μεγάλωνε η ανάγκη να πατώ σε γη σταθερή. Να νιώθω την ασφάλεια που αισθάνεται κανείς στα οικεία.
Πρώτο μου σπίτι η Ακρόπολη, η γειτονιά που έζησα ως παιδί. Εκεί πέρασα την φουρτούνα της εφηβείας, σε αυτά τα μέρη απόλαυσα τα γλυκά χρόνια της νιότης. Βόλτες ατέλειωτες στα δρομάκια της Πλάκας, στου Φιλοπάππου, στο κέντρο της Αθήνας κάτω από το φως που αντανακλούν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα αιώνια. Δίχως όμως ποτέ να εγκαταλείψω την μεγάλη μου αγάπη, την Θάλασσα. Αίγινα, Κάσος, Αντίπαρος. Η Θάλασσα μέσα μου…
Στα πανεπιστημιακά μου χρόνια βρέθηκα να μελετώ το Δίκαιο και το άδικο, τους νόμους που ορίζουν την μοίρα των ανθρώπων. Κι όταν στιγμές ήθελα να ξεφύγω από τα γήινα και τα συνηθισμένα, έπιανα κουβέντα με τις αιθέριες γυναικείες φιγούρες του Klimt. Τρύπωνα, δίχως άλλος κανείς να το ξέρει, στου Dali τους αλλόκοτους κόσμους, στα σκηνικά του Τσαρούχη, στο δωμάτιο που η όμορφη Frida ζωγράφιζε τον εαυτό της για να ξεπεράσει τον πόνο. Ακολουθούσα προσεκτικά τις γραμμές που σχημάτιζαν τα παθιασμένα πινέλα των ζωγράφων που αγαπούσα επάνω στους καμβάδες. Διάβαζα με μανία τους στίχους των ποιητών, «Εξόριστε ποιητή, στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις;» Ταύτισα τα καλοκαίρια μου με τον Ελύτη, τον Έρωτα με την «Αντίστροφη Αφιέρωση» της Μάτση Χατζηλαζάρου, σε κείνον που δεν ξέχασε ποτέ. Τους κρύους χειμώνες με τα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι, την άνοιξη με τις μουσικές που γέννησαν με αγνότητα κι αγάπη στα 60΄ς τα παιδιά των λουλουδιών με την ελπίδα πως θα μπορούσαν να αλλάξουν τον κόσμο. “The answer, my friend, is blowin’ in the wind.”
Άλλες φορές πάλι έκλεινα τα μάτια κι έφερνα στον νου μου τα στολίδια που φορούν οι άνθρωποι στην Αφρική, εκεί η ανάγκη τους κίνησε το ασήμαντο να το μεταμορφώνουν σε πολύτιμο. Από παιδί με μάγευαν τα κολιέ, τα σκουλαρίκια και τα βραχιόλια τους, όλα δεμένα με ό,τι πιο ευτελές μπορεί κανείς να φανταστεί, πάντα με τρόπο αριστοτεχνικό συνδυασμένα.
Αθήνα, Ρώμη. Αυτή την φορά τα βήματα με οδήγησαν να αναζητήσω μόνη μου τον τρόπο, πως με τα ίδια μου τα χέρια θα μπορούσα να φτιάξω τα δικά μου σύμβολα. Να δώσω σάρκα και οστά σε ό,τι η ψυχή ορίζει. Θέλησα να μάθω πώς να κοιτάζω στα μάτια την φωτιά δίχως να καίγομαι, πώς να δαμάζω το μέταλλο δίχως να το πληγώνω. Ποιοι είναι οι μυστικοί δρόμοι που συνδέουν το πνεύμα με τον κόσμο της ύλης, την ύλη με το υποσυνείδητο. Την επιθυμία με την πραγματικότητα. Nα πάρω απαντήσεις. Να δω πως μοιάζει το φως που βγαίνει από τα βάθη μας. Να ψάξω να βρω πως λύνονται οι γρίφοι μες στο σκοτάδι, ποιές πόρτες ανοίγουν τα κλειδιά που οι δικοί μου άνθρωποι εμπιστεύθηκαν με αγάπη σε μένα. Είναι η μνήμη τους που σχηματίζει την δική μου αλήθεια.
Ψάχνω ακόμα…