Γράφει ο Στάθης Παπαγεωργίου (τραγουδιστής).
Συνδεθείτε μαζί του στο Instagram και στο Facebook.
Τέχνη και Συναίσθημα
Από μικρό παιδί, κοντά 5-6 χρονών, ήμουν ήδη αρκετά ενοχλητικός σε διάφορες μουσικές εκδηλώσεις, επειδή ζητούσα συνέχεια να πιάσω το μικρόφωνο και να τραγουδήσω. Ενοχλητικός ήμουν επίσης και εντός των τειχών του σπιτιού μας ή άλλων σπιτιών συγγενών και φίλων. Δεν υπήρχε θέμα για μένα, όπου έβρισκα λίγο χώρο και χρόνο να κλέψω, τραγουδούσα.
Στην πορεία, η ανάγκη για μουσική πήρε σχήμα, με σπουδές στο ωδείο και στο μουσικό σχολείο. Στη συνέχεια ακολούθησε και η συμμετοχή σε μουσικά σχήματα και το τραγούδι σε μουσικές σκηνές.
Αύριο, νομίζω πως πάλι θα μετασχηματιστεί και θα αποκτήσει άλλη μορφή, διαφορετική από την προηγούμενη.
Ποια είναι τελικά η ανάγκη έκφρασης μέσα από το τραγούδι που είχα από παιδί και φτάνει μέχρι σήμερα, αλλά και αύριο; Είναι πρόσωπο, συναίσθημα ή κατάσταση; Μήπως τελικά είμαι εγώ που παλεύω κάθε φορά να πω στο κομμάτι του εαυτού μου που δε μιλάει, δεν εκφράζεται και λαγοκοιμάται, ότι ήρθε η ώρα να ξυπνήσει και να χρωματίσει λίγο την εικόνα του;
Και αν μου έκαναν την ερώτηση «Η τέχνη γέννησε πρώτα το συναίσθημα ή το συναίσθημα την τέχνη;» θα έλεγα ότι είναι μονοζυγωτικά δίδυμα. Συλλήφθηκαν μέσα στην ίδια ψυχή, μεγάλωσαν παρέα και το ένα τροφοδοτεί το άλλο βοηθώντας το στην ανάπτυξή του.
Επομένως, νομίζω πως την τέχνη την κουβαλάμε μαζί μας από την αρχή της ύπαρξής μας, απλά ανακαλύπτεται και μεγαλώνει ανάλογα με τον χώρο που θα της δώσουμε και τον χρόνο που θα αφιερώσουμε.
Άρα, καθώς μεγαλώνω, το τραγούδι δε μένει μόνο στη μετάδοση του στίχου και της μελωδίας που το συνθέτουν, αλλά έχει ρόλο αδελφικό με όσα νιώθω, με όσα χαίρομαι και πονάω, και όταν δεν υπάρχει αυτός ο σύνδεσμος, νιώθω ότι δεν έχει φτάσει στον δέκτη λόγω αστοχίας του πομπού.
Αν μη τι άλλο φοβάμαι δυο πράγματα, το ένα είναι να θεωρήσω ότι έχω μάθει την τέχνη του τραγουδιού και μπορώ να τη διαχειριστώ όπως θέλω και δεν έχει κάτι άλλο να μου προσφέρει και το άλλο να μην την προσεγγίζω με ειλικρίνεια. Αν συμβεί κάτι από αυτά θα είναι κακόγουστο αστείο και μεγάλη πλάνη.
Και αυτό επειδή αισθάνομαι πως η τέχνη δεν έχει τέλος, δεν περιορίζεται και δεν καυχιέται, αφού περνάει το μήνυμα της ήσυχα με πολλή ευγένεια και τελείως ελεύθερα. Δεν υπηρετεί αλλά υπηρετείται.
Κλείνοντας, εύχομαι να μπορέσω να προσεγγίσω την ομορφιά της τέχνης με την απλότητα και αθωότητα εκείνου του παιδιού που έπιανε το μικρόφωνο από τα χέρια των μεγάλων και για όλους όσους την προσεγγίζουν, να τους δίνει τα μηνύματα που κάθε φορά χρειάζονται…